Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ἐν ῥοθίοις

См. также в других словарях:

  • ῥοθίοις — ῥόθιος rushing masc/neut dat pl ῥόθιος rushing masc/fem/neut dat pl ῥοθέω make a rushing noise pres opt act 2nd sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ουτιδανός — ή, ό (ΑΜ οὐτιδανός, ή, όν) ανάξιος λόγου, μηδαμινός, τιποτένιος («ἧ γάρ κεν δειλός τε καὶ οὐτιδανὸς καλεοίμην», Ομ. Ιλ.) αρχ. αυτός που αδιαφορεί, που περιφρονεί («γᾱς δόσις οὐτιδανοῑς ἐν ῥοθίοις φορεῑται» τα προϊόντα τής γης παρασύρονται από τα… …   Dictionary of Greek

  • ρόθιος — ον, θηλ. και ῥοθία και ποιητ. τ. ῥοθιάς, άδος, Α [ῥόθος] 1. (κυρίως για τα κύματα) αυτός που κινείται ορμητικά, με θόρυβο (α. «ἀμφὶ δὲ κῡμα βέβρυκε ῥόθιον», Ομ. Οδ. β. «ἦ ῥοθίοις εἰλατίναις δικρότοισι κώπαις ἔπλευσαν», Ευρ. γ. «εὐθὺς δὲ κώπης… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»